1. Σκάφη.
Σε μια χώρα με 6.000 νησιά και σχεδόν 17.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής θα έπρεπε κάθε ελληνική οικογένεια να ενθαρρύνεται να αποκτήσει, αν αντέχουν τα οικονομικά της, όχι ένα αλλά δύο σκάφη. Μια βαρκούλα, για να πηγαίνει γιαλό-γιαλό, κι ένα μεγαλύτερο, για να ανοίγεται στο πέλαγος, συνεχίζοντας μια παράδοση ναυτοσύνης 5.000 ετών. Με ποια λογική ένα σκάφος, πάνω από 5 μέτρα, είναι είδος πολυτελείας για τον “θαλασσινότερο” λαό του κόσμου; Γιατί είναι τεκμήριο πολυτελούς διαβίωσης μια μπανιέρα με πανί ή με εξωλέμβια; Επειδή, γελοίο κράτος, δεν μπορείς να πιάσεις τη φοροδιαφυγή, αποφασίζεις ότι ,αν έχω ένα ιστιοπλοϊκό 9 μέτρα (το πιο μικρό της αγοράς), μού κοστίζει το χρόνο 21.000 ευρώ, και μου κοπανάς φόρο πολυτελούς διαβίωσης 2.730 ευρώ; Μπορεί να ψειρίζω τη μουράβια μόνος μου ή μπορεί να το είχα αγοράσει, όταν είχα περισσότερα λεφτά, κι επειδή δεν θέλω να στερηθώ αυτή την απόλαυση, να κάνω αιματηρές οικονομίες από αλλού, για να το διατηρήσω. Γιατί με αναγκάζεις να το πουλήσω; Κι όσο ανεβαίνει η κλίμακα, ανεβαίνει και η παραφροσύνη: ένα (όντως μεγάλο) ιστιοπλοϊκό, 64 πόδια, έχει τεκμήριο €238.500 και φόρο πολυτελείας €31.005! Για σκάφη πάνω από 22 μέτρα, προστίθενται €50.000 τεκμηρίου για κάθε επιπλέον μέτρο μήκους! «Αποφασίζομεν και διατάσσομεν!».
Το πόσο άσχετοι είναι, ακόμα και στα βασικά, αποδεικνύεται από το ότι πρέπει να δηλώσεις το μήκος του σκάφους σε μέτρα και όχι σε πόδια (0,3048 του μέτρου), και το σύστημα δέχεται μόνο… ακέραιες μονάδες. Δηλαδή, αν το σκάφος είναι 15,01 μέτρα, θα το δηλώσεις για 16. Αποτέλεσμα: νεκρή αγορά, μηδέν φορολογικά έσοδα (ακόμα κι οι θαλαμηγοί των μεγιστάνων δηλώνονται ως επαγγελματικά σκάφη και δεν πληρώνουν φόρο) και οι χιλιάδες Έλληνες, που θα μπορούσαν να έχουν ένα αξιοπρεπές σκάφος, να γυρνάν τα νησιά, δημιουργώντας μια ολόκληρη αγορά γύρω από αυτό, χαζεύουν στα ξένα sites μεταχειρισμένων, καταριούνται τη μοίρα τους και ζηλεύουν τους Μαυροβούνιους και τους Τούρκους.
2. Αυτοκίνητα
Το αυτοκίνητο είναι ένα μηχάνημα, ένα εργαλείο. Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις το είδαν ως αστείρευτη πηγή φορολογικών εσόδων, επιβαρύνοντας την αγορά αλλά και τη χρήση του με παράλογους και παράνομους φόρους, τέλη και δασμούς – και στο ίδιο το αυτοκίνητο και στα καύσιμα. Κι επειδή η Ε.Ε απαγορεύει τον δασμό σε ενδοκοινοτικές συναλλαγές, τον βαφτίσαμε «τέλος ταξινόμησης». Διπλή παρανομία, καθώς και η ελληνική νομοθεσία ορίζει ότι το «τέλος» πρέπει να έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα. Πόσο κοστίζει στο κράτος να πληκτρολογήσει την καταχώρηση του αυτοκινήτου μου σε μια κατηγορία, ώστε να πρέπει να πληρώσω «τέλος», ύψους ακόμα και δεκάδων χιλιάδων ευρώ για ένα καλό μοντέλο; Και, σαν να μην έφτανε το αρχικό χαράτσι, υπάρχει και συνέχεια: τεκμήριο, που φτάνει τα 53.800 ευρώ, φόρος πολυτελούς διαβίωσης και τέλη κυκλοφορίας, που φτάνουν τα 1.380 ευρώ. Μα, αυτά μπαίνουν σε μεγάλα αυτοκίνητα, θα πει ο λαϊκιστής. Και λοιπόν; Το έκλεψα; Με δικά μου, φορολογημένα λεφτά, δεν το αγόρασα; Θέλω να το έχω στο γκαράζ, να το γυαλίζω και να το βγάζω βόλτα μια φορά το μήνα. Έτσι μ’ αρέσει. Τι λόγος σού πέφτει; Έχω το δικαίωμα; Ναι, θα έλεγαν οι Αμερικάνοι. Όχι, λένε στο Οθωμανοσοβιετιστάν.
Τώρα θέλουν να μας στρέψουν στα ηλεκτρικά, τα οποία ο μέσος Έλληνας δεν μπορεί να αγοράσει, αλλά και η χώρα δεν έχει τις υποδομές να τα εξυπηρετήσει. Και βάζουν “περιβαλλοντικό” φόρο 4.000 ευρώ σε ένα ελαφρώς μεταχειρισμένο εισαγωγής, που μπορεί να αγοράσει. Ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Να κλείσουν όλοι οι εισαγωγείς μεταχειρισμένων, να απολυθούν χιλιάδες υπάλληλοι και η ελληνική οικογένεια να συνεχίσει να χρησιμοποιεί αυτοκίνητα 20ετίας.
Εκεί που η αντιμετώπιση φτάνει τα όρια του σαδισμού, είναι στα αυτοκινούμενα. Σ’ όλον τον κόσμο πολλές οικογένειες χαίρονται τις διακοπές στη φύση με αυτοκινούμενα τροχόσπιτα. Κάποιοι, μάλιστα, που μπορούν (συνταξιούχοι ή εργαζόμενοι από απόσταση), τα έχουν κάνει κύριο ή και μοναδικό σπίτι τους, συντηρώντας μια ολόκληρη αγορά αξεσουάρ, εξοπλισμού, υπηρεσιών, κατασκευών και μετασκευών αυτοκινήτων γι’ αυτόν τον σκοπό. Εδώ, αυτού του είδους την ευτυχία την απαγορεύει το “πολίτ μπιρό”. Τα αυτοκινούµενα τροχόσπιτα στην Ελλάδα ταξινομούνται ως ΙΧ, µε συνέπεια το «τέλος ταξινόμησης» να παίζει από 15.000 ευρώ και πάνω. Δηλαδή, ενώ ο Ευρωπαίος αγοράζει ένα μέσο αυτοκινούμενο με 45.000-50.000 ευρώ, ο Έλληνας ξεκινάει από τα 60.000 ευρώ. Το ίδιο υψηλά είναι και τα τέλη κυκλοφορίας, διότι τα αυτοκινούμενα έχουν συνήθως κινητήρα πάνω από 2 λίτρα. Δεν φτάνουν αυτά, έρχονται και τα διόδια, που υπολογίζονται όχι με τον τύπο του αυτοκινήτου αλλά με το… ύψος, και αντιστοιχούν σε τριαξονικό φορτηγό! Σταθμός και δεκάευρω. Για Αθήνα – Θεσσαλονίκη, ο φυσιολάτρης οδηγός θα “σκάσει” για διόδια 85 ευρώπουλα! Γιατί; Γιατί έτσι. Κι επειδή το ποσό είναι δυσβάσταχτο, όλοι οι “καμπεράδες” βρίσκουν παρακαμπτήριους δρόμους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια και την άνεσή τους αλλά και για την εικόνα της χώρας μας σε αυτή την κατηγορία τουριστών. Τι καταφέρνει η υπερβολική φορολογία; Να εμποδίζει τους πολίτες να απολαύσουν τη φύση μ’ αυτόν τον τρόπο και, φυσικά, να νεκρώνει την αγορά! Ενώ, στη Γερμανία, ο αριθμός των αυτοκινούμενων έφτασε το 2019 στα 533.000 οχήματα, στην Ελλάδα, τα τελευταία 3 χρόνια, δεν έχει πουληθεί ούτε ένα καινούργιο, ενώ στο σύνολό τους όλα τα ιδιόκτητα αυτοκινούμενα δεν ξεπερνούν τα 700!
3. Πισίνες
Τι είναι η πισίνα; Μια γούρνα με νερό. Μια πισίνα 50 τετραγωνικών κοστίζει 15.000 ευρώ, όσο μια καλή κουζίνα, αλλά ανεβάζει το επίπεδο απόλαυσης μιας οικογένειας κατακόρυφα. Δόξα τω Θεώ, ούτε το νερό μας λείπει. Όχι, λέει το κράτος. Δεν το εγκρίνω. Αυτές είναι συνήθειες των πλουσίων. Έτσι και τολμήσεις να φτιάξεις πισίνα στην αυλή σου, ακόμα και συναρμολογούμενη, θα πληρώσεις ως διαβιών πολυτελώς, παραβάτης των εντολών του “πολίτ μπιρό”. Κι αν είναι σκεπαστή, διπλός ο φόρος. Εκεί να μείνεις, στην ξεραΐλα. Να ψήνεσαι στον ήλιο. Το πολύ-πολύ, να καταβρέχεσαι με το λάστιχο του ποτίσματος, πριν το φορολογήσουμε κι αυτό. Βλέπω, σε ξένα κανάλια, περίεργες κατασκευές σε πισίνες, που μοιάζουν με φυσικές λίμνες, με καταρράκτες, με μόνιμα water sports, και τις χαίρεται η ψυχή μου. Χαίρεται και τους πελάτες, που επενδύουν στην απόλαυση, και τους κατασκευαστές, που έχουν αναπτύξει τεχνογνωσία, να σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι σε παραπόταμο του Αμαζονίου, και το κράτος που δεν ανακατεύεται! Και γιατί να ανακατευτεί; Πιστοποιεί τους κατασκευαστές, ώστε να είσαι σίγουρος ότι δεν θα πλημμυρίσεις και δεν θα πάθεις ηλεκτροπληξία από τα υποβρύχια φώτα και αυτό είναι όλο. Παραγγέλνεις, πληρώνεις, τελείωσες. Δικά σου τα λεφτά, δικός σου ο κήπος, δική σου η απόλαυση.
Δεν είναι οικονομικού χαρακτήρα αυτά τα θέματα. Είναι η ουσία της πολιτικής φιλοσοφίας: ποιος είναι ο ρόλος του κράτους και ως ποιον βαθμό νομιμοποιείται να εμπλέκεται στις ζωές των πολιτών, κατευθύνοντάς τους σε κάποιες οικονομικές επιλογές, μέσω φοροελαφρύνσεων και αποκλείοντας άλλες μέσω φορογδαρσίματος. Τo τι είναι πολυτελές το κρίνω εγώ, για τον εαυτό μου, όχι το κράτος για μένα. Δεν είναι δημόσια έννοια η πολυτέλεια. Είναι αυστηρώς ιδιωτική. Το οξύμωρο είναι ότι, με την υπερφορολόγηση, καταρρέουν τα φορολογικά έσοδα, συρρικνώνεται και στρεβλώνεται η αγορά, τροφοδοτείται η παραοικονομία και χάνονται χιλιάδες θέσεις εργασίας. Όλα τα στραβά μαζί. Στα κοσμήματα, για παράδειγμα (άλλο απαγορευμένο προϊόν από το “πολίτ μπιρό”), η Τουρκία, που δεν έχει τέτοιους φασιστικούς και βλακώδεις φόρους, σκουπίζει εδώ και χρόνια την αγορά. Ένα κόσμημα, που στο Οθωμανοσοβιετιστάν πουλιέται €2.500, στην Ιταλία το βρίσκεις με €2.000 και στην Τουρκία με €1.600. Πώς να γίνει ανταγωνιστικός ο Έλληνας χρυσοχόος; Αναγκαστικά, με αγορές στη “μαύρη”. Με πρώτη ύλη από χρυσό, που λιώνουν τα ενεχυροδανειστήρια. Θα προτιμούσες να κλείσει;
Οι «φόροι πολυτελείας» του άρθρου 17 του Ν3833/2010, που μπήκαν για την… αντιμετώπιση της κρίσης και τροποποιήθηκαν τουλάχιστον 15 φορές, είχαν πενιχρά αποτελέσματα. Διότι όλοι σχεδόν οι πολίτες, μπροστά στην προοπτική του φορολογικού ξεσκίσματος, παρέδωσαν πινακίδες, πούλησαν σκάφη και αυτοκίνητα, άδειασαν και σκέπασαν πισίνες. Και σταμάτησαν να αγοράζουν τα είδη που χαρακτηρίσθηκαν πολυτελείας, συρρικνώνοντας δραματικά και την αντίστοιχη αγορά. Δηλαδή, έχασαν χαρά, χωρίς κανένας να κερδίσει! Κι αντί οι κυβερνητικοί –πράσινοι, μπλε και κόκκινοι– να διαπιστώσουν το λάθος τους και να καταργήσουν αυτούς –τους σοβιετικής αντίληψης– καταστροφικούς φόρους, τους διατηρούν μέχρι σήμερα και επινοούν νέους!
Τελικά, η μόνη πολυτέλεια σ’ αυτήν τη χώρα, λόγω σπανιότητας, είναι η κοινή λογική. Ελπίζω να μην την φορολογήσουν κι αυτήν!