Ομιλία Στάθη Κωνσταντινίδη στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό 2026
Στην τοποθέτησή μου για τον προϋπολογισμό του 2026:
Επισήμανα ότι αυξάνει τις κοινωνικές παροχές, τις δημόσιες επενδύσεις, τις αμυντικές δαπάνες, εξασφαλίζει αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, δίνει περισσότερους πόρους σε όλους τους τομείς, (ενδεικτικά τους διπλασιάζει στην υγεία σε σχέση με το 2019) και προβλέπει συνέχιση της ανάπτυξης και άρα ακόμα περισσότερες θέσεις εργασίας.
Ακυρώνει έτσι στην πράξη τη μηδενιστική προσέγγιση της αντιπολίτευσης, που τα βρίσκει όλα λάθος.
Σημείωσα, ακόμα, ότι η εκλογή του Έλληνα Υπουργού Οικονομικών, Κυριάκου Πιερρακάκη, στην προεδρία του Eurogroup προκάλεσε δυσανεξία στην αντιπολίτευση, αφού αυτή η επιτυχία δε μπορεί να αποσυνδεθεί από την επιτυχημένη κυβερνητική πολιτική.
Ειναι, δε, βέβαιο ότι οι υπουργοί των κρατών της ΕΕ δεν θα επέλεγαν σε αυτήν τη θέση κάποιον που θεωρεί αυτήν την πολιτική αδιέξοδη, καταστροφική και επιζήμια για την κοινωνία, όπως μας λέει το ΠΑΣΟΚ ή συνολικά αποτυχημένη την ευρωπαϊκή πολιτική, όπως μας είπε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στις επιτυχίες της χώρας, πρόσθεσα ότι: «Η Ελλάδα που σήμερα διαστέλλεται, διακρίνεται, θωρακίζεται, αναπτύσσεται, συνάπτει στρατηγικές ενεργειακές συμφωνίες, στέλνει μικροδορυφόρους στο διάστημα, εκπέμπει μήνυμα αισιοδοξίας και ελπίδας, και μάλιστα σε δυσμενείς διεθνείς συνθήκες.»
Ενώ, ακολούθως, αναφέρθηκα σε υπαρκτές εξωγενείς και ενδογενείς αβεβαιότητες, κινδύνους και αδυναμίες, καθώς και στους τομείς που πρέπει να βελτιώσει η χώρα μας.
Στη συνέχεια, ιεράρχησα ως κορυφαία ζητήματα, που απαιτούν ιδιαίτερη προσήλωση κι επιμονή:
για τα οποία σημείωσα ότι: «Είναι ζητήματα στενά συνυφασμένα μεταξύ τους, αφού δύσκολα θα δούμε την αντιστροφή του δείκτη γονιμότητας όσο η πρωτεύουσα θα παραμένει ο μοναδικός ελκυστικός προορισμός για τους νέους μας, και αυτό γιατί, εκτός των άλλων, το δημογραφικό απαιτεί και αλλαγή κοινωνικού προτύπου. Κι ας μην γελιόμαστε, αυτό δεν μπορεί να το προσφέρει το μοντέλο ζωής στην μεγαλούπολη. Η πληθυσμιακή συρρίκνωση και η απότοκη γήρανση του πληθυσμού απειλούν ζωτικούς τομείς, όπως η εργασία, η κοινωνική ασφάλιση, το συνταξιοδοτικό, η υγεία, η παραγωγή, η παιδεία, η ασφάλεια. Με ταυτόχρονα θύματα την επαρχία, λόγω ερήμωσης, και την Αθήνα, λόγω υπερκορεσμού. Αν δεν στρέψουμε κόσμο στην επαρχία, δεν θα βρούμε λύσεις στον πρωτογενή τομέα, στο στεγαστικό, στην ακρίβεια, στη λειψυδρία, στο κυκλοφοριακό, στις δομές υγείας.»
Επισήμανα, δε, ότι: «Απαιτούνται ρηξικέλευθες παρεμβάσεις:
Ανέφερα, μάλιστα, χαρακτηριστικά το παράδειγμα επιχείρησης που από την Κοζάνη παρέχει απομακρυσμένη υποστήριξη σε Γερμανούς πολίτες, λέγοντας ότι: «δεν νοείται η αντίστοιχη ελληνική -δημόσια ή ιδιωτική- να βρίσκεται στην Αθήνα.»
«Πρέπει να αλλάξει άρδην η λογική, ότι στην Αθήνα ζει ο περισσότερος κόσμος και άρα εδώ χρειάζονται οι μεγαλύτερες επενδύσεις. Διότι αυτή η λογική ανατροφοδοτεί το πρόβλημα. Μας βάζει πιο βαθιά στον φαύλο κύκλο.»
Τέλος, χαρακτήρισα κομβική για την περιφερειακή ανάπτυξη την παράμετρο της αγροτικής ανασυγκρότησης και ζήτησα να συνδεθεί επιτέλους κάθε είδους ενίσχυση με το τιμολόγιο, στον κανόνα «όσα τα κιλά, τόσα λεφτά», με συντελεστή δικαιοσύνης την αποδοτικότητα της κάθε περιοχής.
Και κατέληξα λέγοντας ότι: «Πρέπει να υπάρξει διάλογος και να είναι βαθύς και ουσιαστικός, αν θέλουμε να έχουμε βιώσιμη αγροτική δραστηριότητα στην πατρίδα μας»





