Η αρνητική επίδραση του καπνίσματος στην ανοσολογική απόκριση του οργανισμού προέκυψε μέσα από μεγάλη μελέτη – η ίδια μελέτη έδειξε επίσης ότι επηρεάζουν επί μακρόν το ανοσοποιητικό σύστημα ο υψηλός Δείκτης Μάζας Σώματος και η λοίμωξη με κυτταρομεγαλοϊό.
Η αρνητική επίδραση του καπνίσματος στο ανοσοποιητικό σύστημα παραμένει επί έτη μετά το τελευταίο τσιγάρο, στα άτομα που παίρνουν τη μεγάλη (σωστή) απόφαση να σταματήσουν την τόσο επιβλαβή αυτή συνήθεια. Αυτό έδειξε μελέτη της ανοσολογικής απόκρισης 1.000 ατόμων η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Nature».
Οι υπόλοιποι παράγοντες που επηρεάζουν μακροπρόθεσμα το ανοσοποιητικό
H νέα μεγάλη ανάλυση αποτελεί μέρος της προσπάθειας να προσδιορίσουν οι επιστήμονες γιατί η ανοσολογική απόκριση διαφέρει τόσο πολύ μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων. Με βάση τα ευρήματα, εκτός από το κάπνισμα κύριοι παράγοντες που φάνηκε να «σημαδεύουν» επί μακρόν το ανοσοποιητικό σύστημα ήταν ο υψηλός Δείκτης Μάζας Σώματος καθώς και η προηγούμενη λοίμωξη με έναν γενικώς «αθώο» ιό, τον κυτταρομεγαλοϊό.
Μεγάλες διαφορές μεταξύ διαφορετικών ατόμων
Η πανδημία της COVID-19 απέδειξε περίτρανα πόσο διαφορετική ανοσολογική απόκριση μπορεί να έχουν διαφορετικοί άνθρωποι στον ίδιο ιό – κάποια άτομα νόσησαν και νοσούν ακόμη και σήμερα σοβαρά ενώ
κάποια άλλα δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι το φύλο, το γενετικό υπόβαθρο και η ηλικία εξηγούν ως έναν βαθμό αυτές τις διαφορές στην ανοσολογική απόκριση, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν είχε αποσαφηνιστεί πλήρως ο ρόλος άλλων παραμέτρων.
Η μελέτη
Ετσι η ειδικός στην υπολογιστική βιολογία Βιολέν Σεντ-Αντρέ από το Ινστιτούτο Παστέρ στο Παρίσι και οι συνεργάτες της ανέλυσαν δείγματα αίματος και ερωτηματολόγια που είχαν συλλεγεί από το κονσόρτσιουμ Milieu Intérieur από 1.000 υγιή άτομα τα οποία ζουν στη Βρετάνη της Γαλλίας. Οι ερευνητές εξέθεσαν τα δείγματα αίματος σε μόρια, βακτήρια και ιούς που είναι γνωστό ότι ενεργοποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα. Στη συνέχεια μέτρησαν την επίδραση κάθε μορίου ξεχωριστά στην παραγωγή κυτταροκινών, πρωτεϊνών οι οποίες ρυθμίζουν τη φλεγμονώδη απόκριση του οργανισμού.
Οι επιστήμονες συνδύασαν αυτά τα αποτελέσματα με πληροφορίες σχετικά με 136 χαρακτηριστικά που αφορούσαν δημογραφικά, περιβαλλοντικά και κλινικά στοιχεία του κάθε εθελοντή. Ανακάλυψαν ότι τρία χαρακτηριστικά ήταν εκείνα που συνδέονταν ισχυρά με την απόκριση των κυτταροκινών: το κάπνισμα, ο Δείκτης Μάζας Σώματος και η προηγούμενη λοίμωξη με κυτταρομεγαλοϊό.
Ισχυρή επίδραση στις κυτταροκίνες
Τα δεδομένα που αφορούσαν το κάπνισμα ήταν ιδιαιτέρως ισχυρά: και αυτό διότι η επίδραση του καπνίσματος στις κυτταροκίνες ήταν τόσο μεγάλη όσο εκείνη της ηλικίας, του φύλου και του γενετικού υποβάθρου. Και μάλιστα αυτή η επίδραση φάνηκε να διαρκεί επί χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος.
Πολύπλοκο το «παζλ» της εξατομικευμένης ιατρικής
Ηταν μάλιστα αξιοσημείωτο ότι μεμονωμένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες επιδρούσαν σε διαφορετικές κυτταροκίνες σε διαφορετικό βαθμό. Αυτό μαρτυρεί ότι το «παζλ» των στοχευμένων θεραπειών και της εξατομικευμένης ιατρικής είναι ακόμη πιο πολύπλοκο από όσο νομίζουμε.
«Ανοιγμα» της μελέτης
Σε κάθε περίπτωση τα ευρήματα αυτά χρειάζεται να αναπαραχθούν ώστε να διασφαλιστεί ότι μπορούν τα συμπεράσματα που εξάγονται να γενικευθούν, σημείωσε η δρ Σεντ-Αντρέ. Για τον λόγο αυτό απαιτείται να «ανοίξει» η «δεξαμενή» των συμμετεχόντων ώστε να περιλάβει περισσότερες εθνοτικές και φυλετικές ομάδες. Ηδη η ερευνητική ομάδα έχει επεκτείνει τη μελέτη της για να συμπεριλάβει εθελοντές από τη Σενεγάλη και το Χονγκ Κονγκ. Παράλληλα έχει συλλέξει νέα δείγματα αίματος από 415 εθελοντές της αρχικής μελέτης 10 χρόνια μετά την έναρξή της ώστε να γίνει ανάλυση σχετικά με την ανοσολογική απόκριση σε μάκρος χρόνου.
www.tovima.gr