Η περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας θα καταβάλλει το μεγαλύτερο τίμημα από την απολιγνιτοποίηση της Ελλάδας, σύμφωνα με όσα αναφέρονται σε πρόσφατο ερευνητικό κείμενο του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ σχετικά με τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της απολιγνιτοποίησης, εστιάζοντας στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.
Όπως σημειώνεται στο σχετικό κείμενο το οποίο, με ανακοίνωσή της δημοσιοποίησε εχθές η ΓΣΕΒΕΕ: ήδη αποτελεί μια κοινωνικά επιβαρυμένη περιφέρεια, όπως δείχνει η γήρανση και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού της, σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία, η συμμετοχή του τομέα της ενέργειας στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία της Περιφέρειας ανερχόταν στο 23,48%, ενώ αποδεδειγμένα οι επενδύσεις κεφαλαίου στην ενέργεια λειτουργούσαν σαν ελκυστήρας για την προσέλκυση επενδύσεων σε όλη την κλίμακα της οικονομίας της περιοχής. Κατά συνέπεια, η συντελεσθείσα απολιγνιτοποίηση έχει ήδη προκαλέσει ένα επενδυτικό κενό πολλαπλάσιο του εθνικού.
Το εργατικό δυναμικό ήδη βιώνει μια ανεργία σχεδόν κατά 50% μεγαλύτερη της εθνικής (27% έναντι 19,3%), ενώ η πραγματική ανεργία είναι πολύ μεγαλύτερη. Στον τομέα της ενέργειας εργάζονται άμεσα 9.469 εργαζόμενοι (10,81% του εργατικού δυναμικού), στην αλυσίδα αξίας πέριξ της λιγνιτικής παραγωγής 5.667 εργαζόμενοι (6,47%), ενώ από την απολιγνιτοποίηση θα επηρεαστούν 35.388 εργαζόμενοι (40,38%). Ευρύτερα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν μας το σύνολο της απασχόλησης (εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι με και χωρίς προσωπικό και συμβοηθούντα μέλη), ακόμα και την αδήλωτη εργασία, σε άμεσο κίνδυνο από την απολιγνιτοποίηση βρίσκονται 14.275 θέσεις εργασίας, σε έμμεσο 8.546, ενώ θα θιγούν επιπλέον 53.330. Εξαιρετικά ευάλωτη είναι και η θέση των 20.253 επιχειρήσεων στην Δ. Μακεδονία (στοιχεία του 2016), καθώς από την κρίση εξήλθαν πολύ πιο αδύναμες και με λιγότερα έσοδα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Όπως υπενθυμίζεται, το 2019, για πρώτη φορά η κλιματική αλλαγή χαρακτηρίστηκε επίσημα ως κρίση, ενώ έγινε σαφής η απόκλιση από τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, που συζητήθηκε στο πλαίσιο του ΟΗΕ, για να συγκρατηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας στους 1,5 έως 2 βαθμούς πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, μέχρι το τέλος του αιώνα (Συμφωνία του Παρισιού, 2016). Μεταξύ άλλων μέτρων, όπως αναφέρει η ΓΣΕΒΕΕ, το Διακυβερνητικό Πάνελ αποφάσισε την επίσπευση της απανθρακοποίησης/απολιγνιτοποίησης των οικονομιών.
Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία που ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 επιτάχυνε τα σχέδια κλεισίματος των θερμοηλεκτρικών μονάδων παραγωγής ρεύματος (European Commission, 2019). Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικρίθηκε, επειδή τα κονδύλια που αποφάσισε να αφιερώσει, για να εξασφαλίσει μια δίκαιη μετάβαση στην μετα-λιγνιτική, εποχή, υπολείπονται σημαντικά των αναγκών. Όπως υπογραμμίζεται, δεν είναι μόνο ένα κλάσμα όσων δόθηκαν για να σωθούν οι τράπεζες αλλά είναι και άδικα κατανεμημένα. Η Πολωνία, για παράδειγμα, που ακόμη δεν έχει ανακοινώσει αν και πότε θα απολιγνιτοποιήσει, θα λάβει από τον πρώτο πυλώνα 2 δισ. ευρώ, ενώ η Γερμανία που θα απολιγνιτοποιήσει το 2038 και σήμερα εκπέμπει το 21% των ευρωπαϊκών ρύπων θα ανταμειφθεί με 877 εκ. ευρώ. Η Ελλάδα, αντίθετα, που θα απολιγνιτοποιήσει πρώτη το 2023, αν και εκπέμπει το 2,2% των ρύπων, θα αποζημιωθεί μόλις με 294 εκατ. ευρώ, σαν να τιμωρείται, αντί να επιβραβεύεται, για την σπουδή που επέδειξε. Προβληματική, ωστόσο, κρίνεται και η εισαγωγή του φυσικού αερίου ως καύσιμο-γέφυρα, μέχρι τη μαζική ένταξη στο σύστημα των ΑΠΕ.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)